Τετάρτη 10 Μαρτίου 2010

Γιατί σὲ μένα…

Τοῦ Μητροπολίτη Μεσογαίας καὶ Λαυρεωτικῆς κ. Νικολάου


Γιατί σὲ μένα, Θεέ μου; Ἠχεῖ στὰ αὐτιά μου αὐτὸ τὸ ἐρώτημα καὶ ἀντηχεῖ βαθιὰ στὴν καρδιά μου. Εἶναι τὸ ἐρώτημα κάθε γονιοῦ ποὺ τὸ παιδί του πάσχει ἢ κάθε ἀνθρώπου πού ἔχει χτυπηθεῖ ἀπὸ ἀνίατη ἀσθένεια. Πῶς εἶναι δυνατὸν αὐτὸ τὸ ἐρώτημα νὰ μεταμορφωθεῖ σὲ ὁμιλία, συμβουλή, γνώμη ἢ ἀπάντηση;…Εὐλογημένα «γιατί»!
Τὰ καθαγίασε ὁ Ἴδιος ὁ Χριστὸς στὸ σταυρό: «Θεέ μου, Θεέ μου, ἱνατί μὲ ἐγκατέλιπες;». Θεέ μου, γιατί μοῦ το ἔκανες αὐτό; Τί σοῦ ἔκανα; Δὲν εἶμαι ὁ Υιός σου; Τὸ ἴδιο ἀκριβῶς ἐρώτημα μὲ τὸ δικό μου∙ καὶ ἔμεινε καὶ αὐτὸ ἀναπάντητο. Ἔμεινε ἀναπάντητο στὰ φαινόμενα. Τὰ γεγονότα ὅμως φανέρωσαν τὴν ἀπάντηση…
Τὸ ἐρώτημα αὐτὸ τὸ ἀπευθύνουμε στὸ Θεὸ, τὸ λέμε στὸν ἑαυτό μας, τὸ ἐπαναλαμβάνουμε στοὺς
ἀνθρώπους ποὺ νιώθουμε ὅτι ἰδιαίτερα μᾶς ἀγαποῦν.
Τὸ λέμε κυρίως γιὰ νὰ ἐκφράσουμε τὸ μέσα μας, τὸ λέμε ὅμως καὶ προσδοκώντας τὸ χάδι μιᾶς ἀπάντησης. Ποιος ὅμως μπορεῖ νὰ δώσει μιὰ ἀπάντηση; Ἀκόμη κι ἂν τὴν ξέρει, ποιὸς μπορεῖ νὰ μᾶς τὴν πεῖ;
Τὸ μεγάλο λάθος εἶναι νὰ περιμένουμε τὴν ἀπάντηση ἀπ᾽ ἔξω μας, ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ποιός σοφός; Ποιος φωτισμένος; Ποιός φιλόσοφος; Ποιός ἀσφαλισμένος στὴν ὀρθότητα τῶν ἐπιχειρημάτων του ἱερέας γνωρίζει τὴν ἀπάντηση τῶν τόσο προσωπικῶν μας «γιατί»; Ἡ
ἀπάντηση μπορεῖ νὰ ἀνιχνευθεῖ μόνο μέσα μας. Ὄχι στὶς ἀνάλογες δῆθεν περιπτώσεις, οὔτε σὲ βαρύγδουπα βιβλία, οὔτε σὲ συνταγὲς παρηγοριᾶς καὶ σοφίας. Ἡ ἀπάντηση δὲν ὑπάρχει κάπου, δὲν τὴν ξέρει κάποιος.
Ἡ ἀπάντηση γεννιέται μέσα μας. Ἡ δική μας ἀπάντηση εἶναι τὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ.
Τελικὰ αὐτὰ τὰ «γιατί» δὲν ἔχουν τὶς ἀπαντήσεις ποὺ ἡ φτώχεια καὶ ἡ ἀδυναμία μας περιμένει. Στὴ λογικὴ αὐτὴ συνήθως παραμένουν ἀναπάντητα. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς γιὰ τὸ θάνατο δὲν εἶπε παρὰ ἐλάχιστα. Ἁπλὰ ὁ Ἴδιος τὸν ἐπέλεξε∙ καὶ πόνεσε ὅσο κανένας ἄλλος. Καὶ ὅταν ἀναστήθηκε, τὸ στόμα Του ἔβγαλε περισσότερο πνοὴ καὶ λιγότερα λόγια. Δὲν εἶπε τίποτε γιὰ ζωὴ καὶ θάνατο – μόνο προφήτευσε τὸ μαρτύριο τοῦ Πέτρου.
Ὁ πόνος δὲν ἀπαντιέται μὲ ἐπιχειρήματα. Οὔτε ἡ ἀδικία καὶ ὁ θάνατος ἀντιμετωπίζονται μὲ τὴ λογικὴ.
Τὰ προβλήματα αὐτὰ λύνονται μὲ τὸ ἐμφύσημα καὶ τὴν πνοὴ ποὺ μόνο ὁ Θεὸς δίνει. Λύνονται μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ξεπερνιοῦνται μὲ τὴν ταπεινὴ ἀποδοχὴ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι τόσο ἀληθινὸ ἀλλὰ συνήθως καὶ τόσο ἀκατανόητο.
Στὸ διάβα της, ἡ δοκιμασία συνοδεύεται ἀπὸ τὸ σφυροκόπημα τῶν ἀναπάντητων ἐρωτημάτων. Κι
ἐμεῖς, γατζωμένοι στὰ «μήπως», στὰ «γιατί», στὰ «ἄν», συντηροῦμε τὶς ἐλπίδες καὶ ἀντέχουμε τὴν ἐπιβίωση σὲ αὐτὸ τὸν κόσμο, προσδοκώντας κάτι σίγουρο ἢ κάτι σταθερό. Αὐτὸ ὅμως συνήθως δὲν ἐντοπίζεται στὴν προτεινόμενη ἀπὸ μᾶς λύση, ἀλλὰ ἐπικεντρώνεται στὴν ἀπροσδόκητη, ὑπέρλογη θεϊκὴ παρηγοριά.
Κάθε προσπάθεια ἀντικατάστασής της μὲ ἀνθρώπινα ὑποκατάστατα ἀδικεῖ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους. Κάθε περιορισμὸς στὴν ἀσφυκτικὴ θηλιὰ τῶν ὀρθολογιστικῶν ἀπαντήσεων μᾶς παγιδεύει βαθύτερα στὸ δράμα μας. Στὸ διάλογο μὲ τὸν πόνο, τὴν ἀδικία καὶ τὸ θάνατο εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα μέτρα. Αὐτὴ εἶναι ὄχι μόνο ἡ ἔξοδος ἀπὸ τὴ δοκιμασία ἀλλὰ καὶ ἡ εὐεργεσία της.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο « Ἄνθρωπος μεθόριος», ἐκδ. Ἐν πλῷ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: